Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

Γράφω και φταις εσύ!

 

Ωχ! Τι βλέπουν τα μάτια μου και δε με γελούν τ’ αυτιά μου; Γράφω; Ω, ναι!
Και μάντεψε… Εσύ φταις!

Λες και γύρισες έναν μαγικό διακόπτη και ξαφνικά όλα έγιναν λέξεις…Ένα μήνυμα και τσουπ 500 λέξεις. Ένα χαμόγελο και έτοιμο το βιβλίο… Υπερβολές, ξε-υπερβολές, αυτή είναι η αλήθεια! Ώρες – ώρες νιώθω πως αυτό χρειαζόμουν. Ένα ταρακούνημα! Κάτι να με βγάλει από τον λήθαργο που είχα πέσει. Κάτι να με ταράξει…

Πριν λίγο καιρό μιλούσα στο τηλέφωνο με έναν άνθρωπο που αγαπώ πολύ και μου είπε «δε γράφεις όπως παλιά και δε μ’ αρέσει! Που είναι τα Κατερινίστικα κείμενά σου; Δεν γράφεις πια!» και –ω, Θεέ μου!- πόσο δίκιο είχε!

Έχω χαθεί… Όχι ως άνθρωπος αλλά ως «γραφιάς». Δε λέω «συγγραφέας» γιατί θα μας πάρουν με τις πέτρες ασχέτως αν υπάρχει ένα βιβλίο μου σε πολλά ράφια! Έχω χάσει το νόημα των κειμένων, το περιεχόμενο των σκέψεών μου και την αγάπη που έχω για τις λέξεις. Λες και έπεσα για ύπνο. Σαν την Ωραία Κοιμωμένη! Σαν… Σαν, ανάθεμα!

Και ξαφνικά, εμφανίστηκες και μαζί όλα τα κείμενά σου! Κάθε λέξη… Κάθε συναίσθημα… Θυμάσαι τι είχα γράψει κάποτε; «Θα μπορούσα να σε ερωτευτώ μέσα από τις λέξεις μου!» και έχω δίκιο. Θα μπορούσα! Μπορώ… Άστο καλύτερα!
Είχα γράψει κείμενα δυνατά. Κείμενα καυστικά, κυνικά, γεμάτα πάθος και παράνοια. Γεμάτα απόρριψη και κείμενα δίχως ελπίδα. Κείμενα ειλικρινά και άκρως συναισθηματικά. Και όλα αυτά για σένα. Και όλα αυτά μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα.

Μα τι σκατά; Αυτό θα πρέπει να περιμένω; Κάποιον να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά; Χωρίς ταρακούνημα, κείμενο δεν έχει; Χωρίς σπρώξιμο θα ξαναβουτήξουμε στο λευκό; Δε θα το αντέξω!

Τι να πρωτοθυμηθώ; Τα νεύρα της πρώτης γνωριμίας; Δεν έγινε ποτέ κείμενο εκείνη η μέρα. Που να γίνει άλλωστε αφού ήθελα να σου ανοίξω το κεφάλι στα δύο! Δεν ήθελα καν ν' ακούω τον ήχο της φωνής σου! Τα πειράγματα, οι σπόντες και τα «αθώα» γέλια των επόμενων μηνών; Ούτε αυτά έγιναν κείμενο! Σιγά μην έκανα λέξεις ένα αθώο –στα μάτια μου- φλέρτ! 

Δεν έκανα κείμενο ούτε τη μέρα εκείνη που έχασα τη Γη κάτω απ’ τα πόδια μου επειδή εσύ θεώρησες σωστό να με ταράξεις μ' ένα μήνυμα, ένα αφοπλιστικό χαμόγελο και ένα "για απάντησε τώρα, Κατερινάκι!¨. (Τώρα βέβαια που το ξανασκέφτομαι –κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια- είναι ώρα να γράψω μια μικρή ιστοριούλα για εκείνο το βράδυ και να γίνει viral!).

Έγραψα για όσα ένιωθα. Για όσα σκεφτόμουν. Για όσα ήλπιζα και δεν ήρθαν ποτέ. Για όσα ποτέ δε ζήτησα κι ας ήθελα άπειρα. Για εκείνα που γινόντουσαν για μένα χωρίς εμένα και για μένα από σένα. Έγραψα για τις πεταλούδες στο στομάχι και τα έντονα καρδιοχτύπια. Για το τρέμουλο όταν με άγγιζες και για την ανατριχίλα όταν ένιωθα την ανάσα σου στο λαιμό μου. Για τα τυχαία αγγίγματα και τα υποσχόμενα βλέμματα.

Ναι, γι’ αυτά έγραψα πολλά και θα ξαναγράψω άλλα τόσα! Γι’ αυτά και μόνο γι' αυτά γιατί αυτά παίζει να ήταν και στο μυαλό μου ενώ όλα τα άλλα ήταν η πραγματικότητα. Και ξέρεις, η φαντασία μας βοηθάει εμάς τους "γραφιάδες". Γίνεται πιο εύκολα κείμενο! Τα βράδια όμως μας υπήρξαν. Τα φιλιά και τα χάδια μας επίσης… Αυτά υπήρξαν... Και ακόμα με βασανίζουν…

Ας μείνουν όμως για λίγο ακόμα κρυμμένα… Ας μείνουν λίγο ακόμα για μένα… Ας είναι για λίγο ακόμα δικά μου…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου